τανηλεγής

τανηλεγής
-ές, ΜΑ
μσν.
φρ. «τανηλεγὴς ὕπνος» — ο θάνατος (Νικ. Χων.)
αρχ.
(για τον θάνατο) αυτός που προκαλεί πολλά μοιρολόγια ή, κατ' άλλους, ο πολύ οδυνηρός.
επίρρ...
τανηλεγέως Α
με πολλά μοιρολόγια ή με πολύ ψυχικό πόνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. μαρτυρείται μόνο στη φρ. τανηλεγέος θανάτοιο και είναι συνθ. σε -ηλεγής (< ἀλέγω «φροντίζω ενδιαφέρομαι», ενώ για τη σημ.τού συνθ. πρβλ. άλγος «πόνος, οδύνη»), με έκταση λόγω συνθέσεως (πρβλ. δυσ-ηλεγης, ἀν-ηλεγής). Κατά μία άποψη, το επίθ. τανηλεγής έχει σχηματιστεί από το επίθ. ἀνηλεγής «σκληρός, άσπλαχνος» (χαρακτηρισμός τού θανάτου) με ευφωνικό τ- προκειμένου να αντιμετωπιστεί η χασμωδία στο ομηρικό μέτρο. Κατ' άλλη ωστόσο άποψη, το α' συνθετικό τής λ. πρέπει να αναζητηθεί στο θ. τανF- τού αμάρτυρου επιθ. *τανύς (πρβλ. τανύ-σφνρος, βλ. και λ. τάνυμαι, τείνω), οπότε και η σημ. τού επιθ. είναι: «αυτός που προκαλεί πολλά μακρόσυρτα μοιρολόγια, μεγάλο πόνο». Η βραχύτητα, τέλος, τού -α- τού τăνηλεγής (< *τανF-ηλεγής), σύμφωνα με την ίδια άποψη, οφείλεται στη διευθέτηση μετρικών αναγκών].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τανηλεγής — bringing long woe masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τανηλεγῆ — τανηλεγής bringing long woe neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) τανηλεγής bringing long woe masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) τανηλεγής bringing long woe masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τανηλεγέα — τανηλεγής bringing long woe neut nom/voc/acc pl (epic ionic) τανηλεγής bringing long woe masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τανηλεγές — τανηλεγής bringing long woe masc/fem voc sg τανηλεγής bringing long woe neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τανηλεγέος — τανηλεγής bringing long woe masc/fem/neut gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ТАНАТОС —    • Θάνατος,          Mors, олицетворение смерти. У Гомера бог смерти не имеет еще определенной формы. Чаще всего смерть называется θάνατος; к этому названию иногда прибавляются определения, так, напр., для выражения смерти как естественного… …   Реальный словарь классических древностей

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”